AΛΕΚΟΣ ΞΕΝΟΣ
ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ
ΑΛΕΚΟΣ ΞΕΝΟΣ
ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ
Τσέλο: Vaghinak Galoyan
Τραγούδι: Αναστασία Έδεν
Λένα Σουρμελή
Πιάνο: Διονύσης Σεμιτέκολος
Ηχογράφηση: Κώστας Παρίσης (1-2, 4, 12 - 14)
studio praxis
Ανδρέας Σταμίρης (3*, 5-11, 15 - 20)
αμφιθέατρο Μουσικού Σχολείου Ζακύνθου
*ζωντανή ηχογράφηση
Οι ηχογραφήσεις πραγματοποιήθηκαν το 2012
Mastering: Ανδρέας Σταμίρης
Τα πιάνα χόρδισε ο Σωτήρης Τσουκάλης
Ακούστε και κατεβάστε το Cd ΕΔΩ
Η οποιαδήποτε οικονομική ενίσχυση είναι για μας πολύτιμη προκειμένου να συνεχίσουμε να δημιουργούμε και να παράγουμε.
Αλέκος Ξένος – Ζωή και έργο
Ο Αλέκος Ξένος (1912-1995) ανήκει στους σημαντικότερους συνθέτες του 20ου αιώνα. Αν δεν είναι περισσότερο γνωστός, είναι επειδή η ελληνική μουσική είναι διαχρονικά παραγκωνισμένη στη χώρα της, αλλά και γιατί τόσο ο ίδιος όσο και το έργο του κυνηγήθηκαν λόγω της ιδεολογίας του.
Η κοσμοθεωρία του Ξένου διαμορφώθηκε από τις οδυνηρές εμπειρίες που υπέστη ήδη σε τρυφερή ηλικία. Μετά το θάνατο του πατέρα του, οι συγγενείς του οικειοποιούνται τις οικονομίες της οικογένειας, αφήνοντας τη μητέρα του βαριά άρρωστη να παλεύει να βρει τα απαραίτητα για την επιβίωση. Ο ερχομός του πρώτου παγκοσμίου πολέμου κάνει τα πράγματα ακόμα πιο δύσκολα. Η μητέρα του αυτοκτονεί, πέφτοντας στο λιμάνι.
Το πρώτο έργο που θα γράψει ο Ξένος (το 1939) είναι το Για το χαμό της μάνας, για άλτο και ορχήστρα (πιθανότατα σε δικούς του στίχους). Το ίδιο μουσικό θέμα, γεμάτο συγκινησιακή φόρτιση, εμφανίζεται αργότερα αναπτυγμένο στο τραγούδι Θάλασσα (προ του 1958), σε ποίηση Κώστα Βάρναλη.
Ο αδελφός του συνθέτη, Γιάννης, καταλήγει σε ορφανοτροφείο στην Αθήνα, ενώ τον Αλέκο περιμαζεύει ο λαϊκός[1] τραγουδιστής Σπύρος Μπάστας ή Μωρούλιας, που τον μυεί στο αστικό λαϊκό τραγούδι της Ζακύνθου.[2]
Βγάζει το δημοτικό, ενώ παράλληλα περνάει από διάφορα επαγγέλματα. Στα δώδεκά του γράφεται στη Φιλαρμονική Ζακύνθου[3] με δάσκαλο τον Ιωάννη Πήλικα[4] και μαθαίνει θεωρητικά και τρομπέτα. Στη νεοσύστατη νεανική φιλαρμονική ο Ξένος αναλαμβάνει την πρώτη τρομπέτα. Με αυτή συμμετέχει σε πανηγύρια και έρχεται σε επαφή με τα αγροτικά τραγούδια της Ζακύνθου. Γνωρίζει επίσης τα άλλα είδη μουσικής που απαντώνται στο νησί: την όπερα (από ξένους θίασους, με τακτική παρουσία στο νησί), τη μουσική σαλονιού, το έντεχνο λαϊκό τραγούδι,[5] την παραδοσιακή ζακυνθινή εκκλησιαστική μουσική κ.α.
Ο Ξένος αργότερα θα ανέπτυσσε πολεμική ενάντια στο ρεμπέτικο και το «λαϊκό» τραγούδι. Η πολεμική του ωστόσο δεν αφορούσε τόσο την ίδια τη μουσική, όσο τις κοινωνικές και ιδεολογικές της προεκτάσεις.[6]
Στα 17 του αποφασίζει να πάει εθελοντής στη στρατιωτική μουσική, με σκοπό να τελειώσει τη θητεία του νωρίτερα και παράλληλα να γραφτεί στο ωδείο. Στη στρατιωτική μπάντα μαθαίνει τρομπόνι ενώ παίρνει δίπλωμα από το Ωδείο Αθηνών.
Οι ζωή στην Αθήνα δύσκολη. Υποφέρει από οξεία αρθριτικά. Τα οικονομικά πενιχρά, το φαγητό και ο ύπνος λιγοστός, οι υποχρεώσεις του Στρατού και του Ωδείου πολλές.
Το 1936 φεύγει από το στρατό για να βιοποριστεί ως επαγγελματίας μουσικός. Παράλληλα διαβάζει βιβλία κοινωνιολογίας, για να γνωρίσει τη ζωή σε βάθος, όπως γράφει, καθώς και την προοδευτική σκέψη της εποχής. Ανάμεσά τους, έργα των
[1] Στο κείμενο αυτό, ο όρος λαϊκό τραγούδι, εκτός εισαγωγικών, αναφέρεται στο παραδοσιακό ή δημοτικό τραγούδι, ενώ ο όρος «λαϊκό τραγούδι», εντός εισαγωγικών, αναφέρεται στο ομώνυμο μουσικό είδος.
[2] Με πιο γνωστό είδος την Αρέκια, τετράφωνο στροφικό τραγούδι για ανδρικές φωνές χωρίς συνοδεία οργάνων.
[3] Η πρώτη φιλαρμονική στην Ελλάδα, με έτος ίδρυσης το 1816.
[4] Ο συνθέτης Ιωάννης Πήλικας (1870-1942) ήταν από τους μακροβιότερους και πιο αγαπητούς μαέστρους της φιλαρμονικής Ζακύνθου.
[5] Με γνωστότερες τις Διωδίες του Τζώρτζη Κωστή (1870-1959).
[6] βλ. αναλυτικά Διονύσης Μπουκουβάλας, «Σκέψεις με αφορμή τη ζωή και το έργο του Αλέκου Ξένου», Επτανησιακά φύλλα ΚΕ΄, 3-4, Ζάκυνθος, Φθινόπωρο-Χειμώνας 2005, σσ. 605-08.
Γάλλων ουτοπικών σοσιαλιστών, η ιστορία της γαλλικής και της ρωσικής επανάστασης, Λένιν και Μαρξ.
Συνδέεται φιλικά με σημαντικούς συνθέτες της εποχής, όπως ο Νίκος Σκαλκώτας, ο Μάριος Βάρβογλης και ο Δημήτρης Μητρόπουλος, ενώ δραστηριοποιείται στο μουσικό συνδικαλισμό.
Στην διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου συνθέτει το έργο Εισαγωγή λευτεριάς, εμπνευσμένος από μια γερόντισσα που τραγουδούσε το χορό του Ζαλόγγου στο σταθμό του τρένου. Όπως γράφει ο Ξένος, πρόκειται για «το πρώτο μουσικό αντιστασιακό έργο σ’όλο τον κόσμο».[1]
Η θητεία του σαν μουσικός ορχήστρας του επιτρέπει να μελετάει εκ των έσω τη μουσική των μεγάλων κλασικών, τις νέες μουσικές τάσεις της εποχής, αλλά και τη μουσική των σύγχρονών του Ελλήνων συνθετών. Ιδιαίτερα τον ενδιαφέρει η προσπάθεια από μέρους τους ενσωμάτωσης του ελληνικού παραδοσιακού στοιχείου.
Ο Ξένος ασκεί κριτική στα «εξωτερικά γνωρίσματα κάποιας, όπως την ονόμαζαν, ελληνικότητας (κλίμακες, ρυθμοί, τριημιτόνια, βυζαντινό ίσο, κ.τ.λ.)».[2] Το σημείο αυτό είναι κεντρικό στη μουσική του Ξένου, ο οποίος δεν μένει στην απλή παράθεση παραδοσιακού υλικού, αλλά διεισδύει στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του πρωτογενούς υλικού του. Η παράδοση στο έργο του Ξένου δημιουργεί συχνά νέες ηχητικότητες. Στο σημείο αυτό βαδίζει στον ίδιο δρόμο με τον Béla Bartók, δρόμο που ακολούθησε και ο Ιάννης Ξενάκης στα πρώιμα έργα του.
Ο τελευταίος αναφέρεται στα «λάθη κάποιων συνθετών [...] που πήραν ίσως μελωδίες ελληνικές αλλά τις έντυσαν με τέτοιο αρμονικό πολυφωνικό και οργανολογικό γερμανικό ντύμα του 18ου αιώνα ώστε να καταστραφεί κάθε ελληνικός χαρακτήρας».[3]
Αυτά που γράφει παρακάτω «φωτογραφίζουν» τη μουσική του Ξένου: «Πρέπει ο νέος Έλληνας συνθέτης [...] να εμβαπτιστεί πάλι στην προβληματική της τεχνικής ερευνώντας τα λαϊκά[4] αριστουργήματα. [...] Το ένα αφτί του θα ακούει τη φωνή της Ελλάδας και το άλλο τη φωνή της Ευρώπης. Έτσι θα μπορέσει σιγά σιγά να οικειοποιηθεί συνθετικά και ολοκληρωτικά τις δύο παράλληλες και αντιμέτωπες δυνάμεις. Θα δημιουργήσει μουσική γλώσσα ιδιόμορφη, δική του, που θα ξεκινάει από τα ελληνικά χώματα».
Η μουσική του Ξένου είναι συχνά μπολιασμένη με την ελληνική παραδοσιακή μουσική, με μελωδίες που παραπέμπουν σε αυτήν, όπως στα τραγούδια «Ο ήλιος εβασίλεψεν» (προ του 1970)[5] και «Τραγουδάκι» (1945, ποίηση Γιάννη Ψυχάρη).
Συχνότερα, ωστόσο, το παραδοσιακό στοιχείο εμφανίζεται συνυφασμένο στις προσωπικές του αρμονικές εμπνεύσεις (με τον τρόπο που εξέθεσε παραπάνω ο Ξενάκης), όπως στα τραγούδια «Άφτιαχτο κι’ αστόλιστο» (1947, ποίηση Κωστή Παλαμά) και «Άρνηση» (προ του 1967, ποίηση Γιώργου Σεφέρη).
Όπως ο Bartók, ο Ξένος μπορούσε να διεισδύει σε οποιοδήποτε παραδοσιακό μουσικό ιδίωμα, όπως στα 4 τραγούδια σε μεταφρασμένη Ιαπωνική ποίηση, με την «απόσταξη» του παραδοσιακού ύφους να οδηγεί σε πιο σύγχρονα αρμονικά
[1] Η αυτοβιογραφία και το αρχείο του Αλέκου Ξένου, Μουσείο Μπενάκη, Αθήνα, 2013, σελ. 64. Το έργο εκδόθηκε το 1953 με τον τίτλο Νέοι Σουλιώτες (“26 Απριλίου 1941”), ενώ στην πρώτη του εκτέλεση το 1941 παρουσιάσθηκε, για ευνόητους λόγους, σαν Συμφωνική πεζογραφία σε Ελληνικό θέμα, με μαέστρο το Θεόδωρο Βαβαγιάννη.
[2] ό.π. σελ. 66.
[3] «Προβλήματα ελληνικής μουσικής σύνθεσης» (1955), στον τόμο Κείμενα περί μουσικής και αρχιτεκτονικής, Ψυχογιός, Αθήνα, 2001.
[4] Με την έννοια της δημοτικής μουσικής, όπως είδαμε παραπάνω.
[5] Τα περισσότερα έργα του Ξένου είναι αχρονολόγητα. Βασιζόμενοι στο πότε εκδόθηκαν, μπορούμε να τοποθετήσουμε κάποια από αυτά πριν από μια συγκεκριμένη χρονιά.
ιδιώματα. Την ίδια τάση συναντάμε σε τραγούδια όπως τα «Ρόδου μοσκοβόλημα» (1944, ποίηση Κωστή Παλαμά), «Το αηδόνι» (προ του 1970, ποίηση Κώστα Βάρναλη) και «Ζήσε» (προ του 1970, ποίηση Γιώργου Σταφέτα), το τελευταίο με δανεισμό υλικού από τη 2η Συμφωνία.[1] Αξιοσημείωτα είναι, επίσης, τα έργα στα οποία ο συνθέτης ενσωματώνει μια αριστοτεχνική αντιστικτική γραφή, όπως τα τραγούδια «Δε γυρεύω ξένο» (προ του 1967, ποίηση Κώστα Χατζόπουλου), «Κι έφυγες και πας» (ομοίως) και Δέδυκε μεν α σελάνα (ποίηση Σαπφούς).
Στην κατοχή ο Ξένος ασκεί αντιστασιακή δράση: Τυπώνει την παράνομη εφημερίδα Ο μουσικός και οργανώνεται στο ΕΑΜ[2] και το ΚΚΕ.[3]
To 1943 πρωτοστατεί στο σαμποτάρισμα της συναυλίας της Κρατικής Ορχήστρας προς τιμήν των Γερμανών κατακτητών, με συνέπεια να περάσει στην παρανομία και να απολυθεί από την ορχήστρα. Είναι η πρώτη από μία σειρά απολύσεων από ορχήστρες και καλλιτεχνικούς φορείς στην ίδρυση των οποίων είχε παίξει καθοριστικό ρόλο.
Περνάει στην «ελεύθερη Ελλάδα», δηλαδή στις ορεινές περιοχές που είχε απελευθερώσει ο ΕΛΑΣ.[4] Εκεί οργανώνει ορχήστρα πνευστών και δύο χορωδίες: μία παιδική, για τα «αετόπουλα», και μία με μέλη της ΕΠΟΝ.[5]
Το τραγούδι «Εμπρός» που γράφτηκε το 1944 επιλέγεται από τον Ντμίτρι Σοστακόβιτς «σαν το καλύτερο ελληνικό αντιστασιακό τραγούδι».[6]
Ο Ξένος κυνηγήθηκε πολλές φορές στη διάρκεια της ζωής του για τις ιδέες του. Όπως γράφει στην αυτοβιογραφία του: «Το αρχείο μου με τα αντιστασιακά τραγούδια εξαφανίστηκε δύο φορές. Την πρώτη φορά μετά το Δεκέμβρη, στην οπισθοχώρηση [...] Τη δεύτερη φορά στην Αθήνα, σε επιδρομή της Ασφάλειας [...] Τα πήραν και τα συμπεριέλαβαν σ’έναν ογκώδη φάκελο. Αυτόν το φάκελο, κάθε φορά που με καλούσαν για αποκήρυξη των ιδεών μου, μου τον επιδείκνυαν σαν ντοκουμέντο αντεθνικής δράσης. Γι’ αυτή την ‘‘αντεθνική’’ μου δράση με διώξανε πρώτα από την Κρατική Ορχήστρα. Το ίδιο επαναλήφθηκε το 1947, γιατί αρνήθηκα να παρουσιαστώ στην επιτροπή κρίσεως κοινωνικών φρονημάτων και να υπογράψω τη ‘‘δήλωση’’. Τα ίδια έγιναν στην Ορχήστρα του Ραδιοφώνου το 1950 [...] και το 1967 επί χούντας στην Εθνική Λυρική Σκηνή [...] Και να σκεφτεί κανείς ότι οι περισσότεροι από αυτούς τους υπερπατριώτες εθνικόφρονες είχαν συνεργαστεί με τους Γερμανούς και σκότωναν και βασάνιζαν τους πραγματικούς πατριώτες».[7]
Μετά τον πόλεμο τα πράγματα δεν έγιναν καλύτερα: «Φαινόταν πως οι προοπτικές για μια γόνιμη συνεργασία ανάλογη με τις θυσίες και τις δυνάμεις που αντιπροσώπευε η κάθε μεριά, σκόνταφτε στην αρνητική στάση των Άγγλων και του [Γεωργίου] Παπανδρέου. [...] Μπροστά σ’αυτήν την κατάσταση έγιναν πανελλαδικά ακτίφ στελεχών του [κομμουνιστικού] Κόμματος για να καθοριστεί η παραπέρα στάση μας. [...] Όλοι κατέληγαν στο να ανακαλέσουμε τους απεσταλμένους στο Κάιρο, να μη δεχτούμε δεσμεύσεις και να μην επιτρέψουμε στους Εγγλέζους και στο βασιλιά-φερέφωνό τους να γυρίσουν στην Ελλάδα. Να γίνουν άμεσα εκλογές και δημοψήφισμα από τις δυνάμεις που έμειναν στη χώρα και πάλεψαν και μάτωσαν για τη λευτεριά της πατρίδας. Αυτά αποφάσισε η πλειοψηφία των κομμουνιστών στην
[1] Ή το αντίθετο. Γράφτηκαν την ίδια περίοδο.
[2] Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο.
[3] Κομμουνιστικό κόμμα Ελλάδας.
[4] Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός.
[5] Ενιαία Πανελλαδική Οργάνωση Νέων.
[6] Η αυτοβιογραφία και το αρχείο του Αλέκου Ξένου, ό.π. σελ. 98. Αλλού δίνει σαν ημερομηνία σύνθεσης του τραγουδιού το 1941, αλλά καθότι λέει ότι το τραγούδι γράφτηκε στο βουνό, αυτό δεν θα μπορούσε να έχει συμβεί πριν το 1943.
[7] ό.π. σελ. 99.
Ελλάδα. [...] Το Κομμουνιστικό Κόμμα, ενώ ήταν η ψυχή του αγώνα, στην πιο κρίσιμη στιγμή έχασε τον καθοδηγητικό του ρόλο και παρασύρθηκε από τα αστικά στοιχεία. Η απόφαση των στελεχών του κόμματος δεν έγινε αποδεκτή».
Μιλώντας σε συναδέλφους του στην Κρατική ορχήστρα, ο Ξένος τονίζει: «Οι φασίστες κατακτητές έφυγαν από τη χώρα μας, αλλά σύντομα θα χρειαστεί να προετοιμαστούμε για καινούργιους αγώνες, για την κατοχύρωση της ελευθερίας και ανεξαρτησίας της Ελλάδας. Μην ξεχνάμε ότι έμειναν στον τόπο όλοι οι φασίστες συνεργάτες των κατακτητών, που αν και λουφάζουν τώρα, είναι έτοιμοι να προσφέρουν όπως πάντα τις υπηρεσίες τους σε καινούργιους δυνάστες».[1]
Στη συνέχεια ακολουθούν τα δραματικά γεγονότα των Δεκεμβριανών, με τις αγγλικές στρατιωτικές δυνάμεις να πυροβολούν άμαχο πληθυσμό, σε συνεργασία με Έλληνες φασίστες.[2] Γράφει ο Ξένος: «Την εποχή αυτή έγραψα και τη σουίτα για έγχορδα[3] Λαφίνα, επηρεασμένος από τα γεγονότα του Δεκέμβρη. Αλλά και τα κατοπινά συμφωνικά έργα γράφτηκαν για να κρατάω μέσα μου το πνεύμα της Αντίστασης και να το διαδώσω στο κοινό, αφού δεν μπορούσε να γίνει πια λόγος για τραγούδι αντιστασιακό. Τα τραγούδια απαγορεύονταν και καταδιώκονταν, μαζί με τους αγωνιστές που τα δημιουργούσαν».[4]
Από το ίδιο πνεύμα διέπεται και η Σονάτα για τσέλο και πιάνο (1958).[5] Η οργανική μουσική για λίγα μέσα (σόλο ή δωματίου) αποτελεί σπάνιο καρπό στην εργογραφία του Ξένου. Το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής του είναι φωνητική μουσική, αφού τον ενδιέφερε η μετάδοση συγκεκριμένων μηνυμάτων. Για τον ίδιο λόγο, στην ορχηστρική μουσική επιστρατεύει τη μορφή του συμφωνικού ποιήματος.
Η Σονάτα γράφτηκε αρχικά για βιολί και πιάνο, με μετέπειτα σε εκδοχές για α) τσέλο και πιάνο, β) πιάνο σόλο, και γ) ορχήστρα εγχόρδων. Γράφει ο Ξένος: «Εδώ εκφράζεται η σκληρή πραγματικότητα και το άγχος που επέβαλαν οι ξένοι (Αμερικανοί) δυνάστες. Το ατελείωτο του αγώνα, οι αμφιβολίες, οι οδυνηρές θύμησες και τέλος η σταθερή απόφαση της συνέχισης του αγώνα πλάι στους εργαζομένους. Στο τελευταίο μέρος της Σονάτας ακούγεται η Διεθνής,[6] παραλλαγμένη για να μην απαγορευτεί το έργο όπως έγινε στην περίοδο της χουντικής επταετίας».[7]
Το μέρος του τσέλου της εκδοχής για τσέλο και πιάνο σημειώνεται χειρόγραφα από το συνθέτη πάνω σε παρτιτούρα της εκδοχής για βιολί και πιάνο που βρέθηκε στο αρχείο της Μαίρης Χάλαρη.[8] Η Χάλαρη είχε παίξει εξάλλου μαζί με τον βιολοντσελίστα Σωτήρη Ταχιάτη όλα τα έργα μουσικής δωματίου του Ξένου. Είχε επίσης ηχογραφήσει το σύνολο των τραγουδιών του Ξένου μαζί με το βαρύτονο Γιώργο Τασούλη. Οι θαυμάσεις αυτές ηχογραφήσεις των τραγουδιών του Ξένου
[1] ό.π. σελ. 106.
[2] Ο Ξένος δίνει, στην αυτοβιογραφία του, περιγραφή κάποιων τραγικών σκηνών που βίωσε ο ίδιος τότε.
[3] Ορχήστρα εγχόρδων.
[4] Η αυτοβιογραφία και το αρχείο του Αλέκου Ξένου, ό.π. σσ. 113-4.
[5] Το έργο ίσως σχετίζεται με τη χαμένη Σονατίνα για βιολί και πιάνο του 1947.
[6] Παγκόσμιος ύμνος που χρησιμοποιείται από κινήματα του αριστερού χώρου (αναρχικούς, κομμουνιστές κλπ). Πήρε το όνομά του από την "Πρώτη Διεθνή" εργατική συμμαχία του 1864. Οι στίχοι ανήκουν στον αναρχικό Eugène Edine Pottier και η μουσική στον μαρξιστή Pierre De Geyter..
[7] Η αυτοβιογραφία και το αρχείο του Αλέκου Ξένου, ό.π. σελ. 120.
[8] Η Μαίρη Χάλαρη (1934-2010) ήταν από τις σπουδαιότερες Ελληνίδες πιανίστες και μουσικοπαιδαγωγούς. Μαθητές της, μεταξύ άλλων, υπήρξαν ο ερμηνευτής του δίσκου, Διονύσης Σεμιτέκολος, καθώς και ο υποφαινόμενος.
θεωρούνται σήμερα, στην πλειοψηφία τους, χαμένες, θύμα και αυτές, της λαίλαπας της απριλιανής δικτατορίας, μαζί με άλλα έργα του Ξένου και άλλων συνθετών. Σώζονται τρία μόνο τραγούδια, από ραδιοφωνική αναμετάδοση της εποχής.
Το έργο Χορός-τραγούδι γράφτηκε το 1946, αρχικά για τσέλο και πιάνο, ενώ αργότερα για α) φλάουτο και άρπα (ή βιολί και πιάνο), β) ορχήστρα εγχόρδων και τενόρο, γ) πιάνο σόλο, και δ) δύο πιάνα. Το έργο αποτελεί φόρο τιμής στην ιδιαίτερη πατρίδα του, με επεξεργασία του παραδοσιακού χορού Λεβαντίνικου ή συρτού ζακυνθινού και μιας Αρέκιας στη μεσαία (αργή) ενότητα.[1]
Το Τρίπτυχο για σόλο βιολοντσέλο αποτελεί μεταγραφή τριών από τα χορικά που έγραψε ο Ξένος το 1947 για την τραγωδία του Άγγελου Σικελιανού Ο θάνατος του Διγενή, με έντονη επιρροή από την παραδοσιακή μουσική.
Το έργο για σόλο πιάνο Φαντασία του 1989 (επίσης σε εκδοχές για α) σόλο βιολί, και β) σόλο βιολοντσέλο), από τα τελευταία του συνθέτη, χαρακτηρίζεται από ευαισθησία και οικονομία στο μουσικό υλικό.
Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Ξένος είχε κατηγοριοποιήσει τα τραγούδια του στους εξής πέντε κύκλους:[2]
Ι. Για την ειρήνη (8 τραγούδια)
ΙΙ. Για την αντίσταση (8 τραγούδια)
ΙΙΙ. Για την αγάπη (12 τραγούδια)
IV. Της ζωής (9 τραγούδια)
V. Εργατικά (10 τραγούδια)
Τα περισσότερα από τα τραγούδια του δίσκου εντάσσονται στους κύκλους αυτούς ως εξής:
Κύκλος IIIος: Για την Αγάπη
1. Δέδυκε μεν α Σελάνα (Σαπφούς)
4. Τραγουδάκι (Γ. Ψυχάρη)
5. Δε γυρεύω ξένο (Κ. Χατζόπουλου)
6. Κι έφυγες και πας (Κ. Χατζόπουλου)
(μαζί με τραγούδια σε ποίηση δημοτική, Κωστή Παλαμά, Βασίλη Ρώτα, Νικηφόρου Βρεττάκου και Καίτης Δρόσου).
Κύκλος IVος: Της Ζωής
1. Νανούρισμα (αναφέρεται ως "Ύπνε μου", “απ’ τα δημοτικά”)
3. Άφτιαχτο κι’ αστόλιστο (Κ. Παλαμά)
4. Ο Ήλιος εβασίλεψεν (“απ’ τα δημοτικά”)
5. Στη βρύση [δημοτικό]
6. Ρόδου μοσκοβόλημα (Κ. Παλαμά)
7. Ζήσε (Γ. Σταφέτα)
8. Το αηδόνι (Κ. Βάρναλη)
9. Η Ζωή (Μανζέι)
[1] Βλ. αναλυτικά, Μπουκουβάλας Διονύσης, «Κατάλογος έργων Αλέκου Ξένου (1912-1995)» – παράρτημα 4 («Η σύνθεση Χορός – Τραγούδι») στο Η αυτοβιογραφία και το αρχείο του Αλέκου Ξένου, ό.π. σσ. 272-5. Για την Αρέκια, βλ. υποσημείωση 2 παραπάνω.
[2] Για περισσότερα στοιχεία βλ. ό.π. σσ. 280-2.
(μαζί με το Ώρα καλή, σε ποίηση Γιάννη Ρίτσου).
Διονύσης Μπουκουβάλας, συνθέτης
Τα έργα του δίσκου:[1]
Τέσσερα τραγούδια (1945-1947) [έκδοση 1949], για φωνή και πιάνο:
1. «Το τραγούδι της βρύσης» (Κώστα Κρυστάλλη) (1945)
2. «Τραγουδάκι» (Γιάννη Ψυχάρη) (1945)
3. «Νανούρισμα» (δημοτικό) (1947)
4. «Άφτιαχτο κι’ αστόλιστο» (Κωστή Παλαμά, “απόσπασμα από τον Τάφο”) (1947)
5. Τρίπτυχο, για βιολοντσέλο (αχρονολόγητο) Arioso - Lento - Andante maestoso
6. Χορός – Τραγούδι, για τσέλο και πιάνο (1946) Vivo - Andante - da capo
[Τέσσερα τραγούδια] [έκδοση 1969], για φωνή και πιάνο:
7. «Ζήσε» (Γιώργου Σταφέτα)
8. «Ο ήλιος εβασίλεψεν» (δημοτικό)
9. «Το αηδόνι» (Κώστα Βάρναλη)
10. «Ρόδου μοσκοβόλημα» (Κωστή Παλαμά)
11. Σονάτα, για τσέλο και πιάνο (“Αθήνα, 2/8/1958”) Vivace - Lento - Presto
Τρία τραγούδια [έκδοση 1966], για φωνή και πιάνο:
-
«Άρνηση» (Γιώργου Σεφέρη)
-
«Δε γυρεύω ξένο» (Κώστα Χατζόπουλου)
-
«Κι έφυγες και πας» (Κώστα Χατζόπουλου)
15. Φαντασία, για πιάνο (1989) Andante
4 τραγούδια, για φωνή και πιάνο (σε μεταφρασμένη Ιαπωνική ποίηση):[2]
-
«“Τάνκα” Ι (Η ζωή)» (Μανζέι)
-
«“Τάνκα” II (Στον κήπο)» (Οτόμο Νο Γιακαμότσι)
-
«“Τάνκα” III (Πάνω στα φύλλα)» ([της] Ίζουμι Σικιμπού)
-
«“Χάϊκάϊ” (Ο κλέφτης)» (Ρυοκάν)
20. Δέδυκε μεν α σελάνα (Σαπφούς, αχρονολόγητο).
[1] Για περισσότερες πληροφορίες βλ. Μπουκουβάλας Διονύσης, «Κατάλογος έργων Αλέκου Ξένου (1912-1995)», Μουσικολογία 18, Εξάντας, Αθήνα, 2003, σσ. 165-207 και αναδημοσίευση στο Η αυτοβιογραφία και το αρχείο του Αλέκου Ξένου, ό.π. σσ. 219-282.
[2] Ο μεταφραστής δεν αναφέρεται.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΞΕΝΟΣ (1912-1995)
Ο Αλέξανδρος Ξένος γεννήθηκε στην πόλη της Ζακύνθου στις 2 Μαΐου του 1912. Σπούδασε μουσική αρχικά στη Φιλαρμονική Ζακύνθου με δάσκαλο τον αρχιμουσικό Ιωάννη Πήλικα (1870-1942) και αργότερα φοίτησε στο Ωδείον Αθηνών με καθηγητές τον Δημήτρη Μητρόπουλο (μορφολογία – prima vista) τον Φιλοκτήτη Οικονομίδη (αρμονία) και Γεώργιο Σκλάβο (κοντραπούντο και ενοργάνωση). Απεφοίτησε το 1939 με δίπλωμα τρομπονιού (ολκωτή σάλπιγγα) και πτυχία αρμονίας, αντίστιξης και ενοργάνωσης.
Άρχισε να γράφει μουσική απ’ το 1940. Το πρώτο του έργο είναι το συμφωνικό σκίτσο Νέοι Σουλιώτες εμπνευσμένο απ’ την αντίσταση του Ελληνικού λαού ενάντια στους κατακτητές. Πρωτοπαίχτηκε από την ορχήστρα του Ραδιοφωνικού Σταθμού (Ε.Ι.Ρ.) στα μέσα του 1941 με αρχιμουσικό τον Θεόδωρο Βαρβαγιάννη και τίτλο Εισαγωγή λευτεριάς.
Έργα του Αλέξανδρου Ξένου παίχτηκαν από ορχήστρες και χορωδίες στο εσωτερικό και εξωτερικό (Παρίσι, Πράγα, Μόσχα, Λένινγκραντ, Βουκουρέστι, Σάλτσμπουργκ, Ρώμη, Λονδίνο). Ο Αλέξανδρος Ξένος πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση 1940-1944.
Στη διάρκεια αυτής της περιόδου οργάνωσε φιλαρμονικές και χορωδίες για τις ανάγκες του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, έγραψε τραγούδια που αγαπήθηκαν και τραγουδήθηκαν από το λαό μας όπως: Ο ύμνος της Π.Ε.Ε.Α., Ο ύμνος της Αλληλεγγύης, Το τραγούδι του Άρη, τα Τραγούδια για τ’ Αετόπουλα, Ο ύμνος της Ε.Π.Ο.Ν., το Εμπρός του Κ[ωστή] Παλαμά κ.ά.
Ο Αλέξανδρος Ξένος από το 1936 συμμετέχει ενεργά στους συνδικαλιστικούς και καλλιτεχνικούς αγώνες των μουσικών και σαν γραμματέας της «Ομοσπονδίας Μουσικών Σωματείων Ελλάδας» (πρωτοστάτησε για τη δημιουργία της) και μέλος του Συμβουλίου της «Ενώσεως Ελλήνων.
Μουσουργών» συνέβαλε στην διάδοση του μουσικού πολιτισμού της χώρας μας με την ίδρυση των συμφωνικών ορχηστρών της Ραδιοφωνίας, της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών και Θεσσαλονίκης.
Επίσης αγωνίστηκε για την προώθηση της μουσικής παιδείας στην μέση και ανώτερη εκπαίδευση και τη δημιουργία φιλαρμονικών, χορωδιών, μουσικοχορευτικών συγκροτημάτων καθώς και για την ενεργό συμμετοχή του λαού μας στην ερασιτεχνική μουσική παιδεία. Κατά καιρούς έγραψε διάφορα μουσικολογικά άρθρα (σε εφημερίδες και περιοδικά): α) σχετικά με τη συλλογή και διάδοση της εθνικής μουσικής κληρονομιάς (λαϊκής και έντεχνης) και β) ενάντια στον εμπορικό, κατευθυνόμενο λαϊκισμό των ρεμπέτικων και των υποπροϊόντων τους που κατεβάζουν το διανοητικό και αισθητικό επίπεδο του λαού μας.
Σαν επαγγελματίας μουσικός (1ο τρομπόνι) έπαιξε (από το 1930 έως το 1967) σε διάφορες ορχήστρες όπως στην Κ.Ο.Α. - Ε.Ι.Ρ. - Ε.Λ.Σ. κλπ. Διώχτηκε το 1967 γιατί δεν θέλησε ν’ αποκηρύξει τα φρονήματά του. Οι σκέψεις και τα συναισθήματα του συνθέτη εμπνέονται πάντα από τους αγώνες του λαού μας για ελευθερία, ειρήνη και πρόοδο. Ο Αλέξανδρος Ξένος, για να εκφράσει τις μουσικές του ιδέες δεν ακολουθεί καμιά σχολή. Προσπαθεί ν’ αφομοιώσει ό,τι κατά τη γνώμη του είναι ζωντανό στη μουσική μας παράδοση (λαϊκή ή έντεχνη) και στις μουσικές επιτεύξεις των άλλων εθνών.
* Το κείμενο αυτό για τον Αλέκο Ξένο βρέθηκε σε χειρόγραφο και υπογράφεται από τον ίδιο. Μεταφέρεται εδώ αυτούσιο, με μόνη αλλαγή τη χρήση του μονοτονικού συστήματος. Το πρωτότυπο είναι γραμμένο σε πολυτονικό, πράγμα που δεν συνήθιζε ο Α. Ξένος.
ALEXANDROS XENOS (1912-1995)
Alexandros Xenos was born on the island of Zakynthos on May 2, 1912.* He studied music in the town band of Zakynthos with the band master Ioannis Pilikas (1870-1942), and in the Athens Conservatory he studied with Dimitris Mitropoulos morphology and prima vista, with Philoctetes Ekonomidis harmony and with Georgios Sklavos contrapunto and orchestration. He graduated in 1939 and got his diploma for trombone (tractionous trumpet) and certificates for harmony, counterpoint and orchestration.
He started composing music since 1940. His first work the symphonic drawing “Neoi Souliotes” (young people from Souli) inspired by the Greek Resistance to the Italian and German conquerors, was first played by the band of the National Radio Station (E.I.R) in 1941. The conductor was Theodoros Varvayiannis under the title of “Liberty Introduction”.
Alexandros Xenos’s works were played by orchestras and choirs in Greece and abroad (Paris, Prague, Moscow, Backrest, Saltsburg, Rome, London). Alexandros Xenos participated in the Greek National Resistance (1940-1944). During this period he organised bands and choirs for the needs of the war for freedom. He composed songs loved and sang by the Greeks, as: “the anthem of P.E.E.A.”, “Solidarity anthem”, “Ari’s song”, “the Eaglets’ songs”, “the anthem of E.P.O.N.”, “Empros (get started)” by Kostis Palamas and so on.
Since 1936, Alexandros Xenos participated effectively in the musician’s union movement as well as in the artistic movement. As the Secretary of the National Federation of the Greek musicians, he played a leading part of it and he contributed as a member of the musical culture of our country by establishingthe symphony orchestras of the National Radio Station, the National Opera and the National Orchestras of Athens and Thessaloniki.
He also fought for the promotion of music education in secondary and higher education and the creation of bands, choirs and music-dance groups. Furthermore, he fought for our people’s active participation in the amateurish music education. From time to time he wrote music articles in newspapers and magazines a) about the collection and spread of the heritage of national music (folk and sophisticated) b) against the commercial, governed populism of rebetis’s songs and their byproducts that belittle the intellectual and aesthetic standard of our people.
As a professional musician, leader of the trombone, he played in several orchestras such as K.O.A., E.I.R., E.L.S. and so on, from 1930 to 1967. He was ousted in 1967 because he refused to recant his political views. The composer’s thoughts and feelings are always inspired from our people’s fights for freedom, peace and progress. Alexandros Xenos does not follow any music school to express his theory on music. He tries to digest whatever he thinks is vivid not only in our musical tradition (folk and sophisticated) but also in the other nations musical achievements.
* This script by Alekos Xenos is transferred unedited. The only change is the usage of the nonaccent system. The original version is written in a multi-accent way, something which Xenos was not used to.
Το Τραγούδι της Βρύσης
Κ. Κρυστάλλης
Της Νερομάνας το Στοιχειό
Σαν παλληκάρι βγαίνει
Βγαίνει στον ήλιο να λιαστεί
Να παίξει και να χτενιστεί
Με ένα ασημένιο χτένι.
Στης Νερομάνας την ποριά
Ομορφονιά διαβαίνει
Και το Στοιχειό που νίβεται
Την βλέπει κι ευθύς κρύβεται
Κι αλησμονεί το χτένι.
Μες στα καθάρια τα νερά
Ξανοίγει η νια το χτένι
Μαζί το παίρνει και περά
Και με τρανή κρυφή χαρά
Για το χωριό πααίνει.
Της Νερομάνας το Στοιχειό
Βγαίνει να βρει το χτένι
Όμως του κάκου γύρεψε
Κι ωχ τότε η Μάναστείρεψε
Στάλα νερό δε μένει.
Και το Στοιχειό με το νερό
Μέσα στη γης εμπαίνει
Μπαίνει και πάει γοργά-γοργά
Στης νιας τα πόδια όπου νογά
Πάει να βρει το χτένι.
Γροίκισε απόγειο το βουητό
Βοσκός στο ρημοκκλήσι
Και με τη γκλίτσα χτύπησε
Κι εδώ που η γη ετρύπησε
Ανάβρυσεν η βρύση.
Mετάφραση: Έρικα Μελίτα
The Song of the Spring
K. Kristallis
The Fairy of the Spring
Appears like a lad
He goes out in the sun to sunbathe
To play and comb his hair
With a silver brush.
Near the riverbed of the Spring
A pretty girl passes by
And the Fairy who is washing his face
Sees her and immediately hides
And forgets the brush.
In the crystal clear water
The pretty girl sees the brush
She takes it with her and continues walking and with enormous hidden joy
She makes her way to the village.
The Fairy of the Spring
Comes out to find his brush
But he searched in vain
And then the Spring dried up
Not a drop of water remains.
And the Fairy with the water
Goes into the earth
Goes into the earth and goes fast
At the legs of the pretty girl who understands/
He goes to find the brush.
Heard the strange rumble by
A shepherd near a country chapel
He hit the earth with his crook
And where the earth was hit
Water came out.
Τραγουδάκι
Γ. Ψυχάρης
Κάποια με μάγεψε Ραλλού
Αχ ξαδελφούλα μου.
Όχι πως έχασα τον νου
Ή την καρδούλα μου.
Είναι το αίστημα γλυκό
γαληνεμένο
Δεν έχει τίποτα κακό
Μήτε κρυμμένο.
Να, πες το αγέρι που λαλεί
Πες το τραγούδι
Πες το κουβέντα φιλική
Μ’ ένα λουλούδι.
Song
I. Psycharis
Someone called Rallou cast a spell on me
oh my dear cousin.
Not that I have lost my mind
Or my heart.
The feeling is sweet
Calm
There is nothing bad
Nor hidden.
See, you can call it blowing wind
You can call it a song
You can call it a friendly chat
With a flower.
Νανούρισμα (Δημοτικό)
Συλλογή Πολίτη
Ύπνε μου και πάρε μου το
Κι άμε το στα περβόλια
Και την ποδιά του γέμισε
Τριαντάφυλλα και ρόδα.
Τα ρόδα να ’ν της μάνας του
Τα μήλα του κυρού του
Και τ’ άσπρα τριαντάφυλλα
Να ‘ναι σαν του λου του.
Ο ύπνος τρέφει τα μωρά
Κι ο κάμπος τα βοσκάρια
Και μένα το παιδάκι μου
Το τρέφουνε τα χάδια.
Ο ύπνος μου στα μάτια σου
Κι η γεια στην κεφαλή σου
Κι η αγρυπνιά στον κύρη σου
Να κάμει το προκί σου.
Κοιμήσου και στον γάμο σου
Στ’ αρραβωνιάσματά σου
Θ’ ανοίξουν ρόδα και ανθοί
Μέσα στην κάμαρά σου.
Τα χιόνια αλεύρι θα γενούν
Και τα βουνά δαμάλια
Κι η θάλασσα γλυκό κρασί
Να πιούν τα παλληκάρια.
Lullaby (Folk song)
K. Politis Collection of folk songs
Dear sleep take my baby
And go with it to the gardens
And fill its pinafore
With roses.
The roses should be his mother’s
The apples his father’s
And the white roses
Should be like my baby.
Sleep helps babies grow
And the fields help the sheep grow
And my little child is growing up
With sweet caresses.
May sleep fall on your eyes
May health be on your head
And may sleepless nights accompany your father/ so as to make your dowry.
Sleep and at your wedding
When you get engaged
Roses and blooms will open up
In your bedroom.
Snow will turn into flour
And the mountains will turn into calves
And the sea will turn into sweet wine
So that the lads can drink.
Άφτιαχτο κι αστόλιστο
Απόσπασμα από τον «Τάφο» του Κ. Παλαμά
Άφτιαχτο κι αστόλιστο
Του Χάρου δεν σε δίνω.
Στάσου με τα’ ανθόνερο
Την όψη σου να πλύνω.
Το στερνό το χτένισμα
Με τα χρυσά τα χτένια
Πάρτε απ’ τη μανούλα σας
Μαλλάκια μεταξένια.
Μήπως και του Χάροντα
Καθώς θα σε κοιτάξει
Του φανείς αχάιδευτο
Και σε παραπετάξει.
Unmade up and with no jewels
Extract from “The Tomb” by K. Palamas
I am not handing you over to Death
Unmade up and with no jewels.
Wait for me to clean your face
With rosewater.
The last brushing
With the golden brushes
Receive from your mother
Silky hair.
Because I fear that Death
As he looks at you
May get the impression that you were unloved/ and He may neglect you.
Ζήσε
Γ. Σταφέστας
Εσύ που χαμήλωσες το πέτρινο φως
Κάθισε ν’ αναπλάσεις το μίσος
Να τινάξεις τα βουβά ροδοπέταλα
Για να ζήσεις.
Έρημος
στης μαύρης στέπας την κραυγή
χωρίς τον λήθαργο
δίχως τον δείπνο.
Μοναχός.
Live
G. Stafestas
You who dimmed the harsh light
Sit and remould the hate
And shake from yourself the silent rose-leaves/ In order to survive.
Alone
surrounded by the howling of the dark steppe/ without the stupor
Without the supper.
Alone.
Ο ήλιος εβασίλεψεν (Δημοτικό)
Συλλογή Πολίτη
Ο ήλιος εβασίλεψεν
Ο αϊτός αποκοιμήθη
Ο κυρ-βοριάς ο δροσερός
Στης μάνας του πηγαίνει.
Πού ‘σουν χτες;
Πού ‘σουν προχτές;
Πού ‘σουν την άλλη νύχτα;
Μήνα με τα’ άστρι μάλωνες;
Μήνα με το φεγγάρι;
Ο ήλιος εβασίλεψεν.
The Sun has Set
K. Politis Collection of folk songs
The sun has set
The eagle has fallen asleep
The cool north wind
Goes to his mother’s house.
Where were you yesterday?
Where were you the day before yesterday?/
Where were you the other night?
Where you fighting with the stars?
Where you fighting with the moon?
The sun has set.
Το Αηδόνι
Κ. Βάρναλης
Μες της’ άνθη της ροδακινιάς
Στης λεύκας την κορφή
Όπου ίσκιωμα βαθύ
Κι όπου κρύες βρυσούλες
Πάω της καρδιάς μου και μετρά,
Ω, λαχτάρες και τρεμούλες.
Κι όταν σωπάσει μου η καρδιά
Και το λαρύγγι σπάσει
Στη μαγεμένη πλάση
Και στην καρδιά που νιώθει
Καιρό βαστά ο αντίλαλος
Καιρό πονάνε οι πόθοι.
Ο χορτασμένος έρωτας
Της ζωής οι γλυκάδες
Της πλάσης οι ομορφάδες
Έτσι βαθιά με ορίζουν
Που της καρδιάς το ξέσπασμα
Λυγμό μου το γυρίζουν.
The Nightgale
K. Varnalis
In the blossom of the peach-tree
At the top of the poplar-tree
Where there is deep shade
And where there are cold springs
I go with my heart and count
Oh, longings and tremors.
And when my heart calms down
And my throat becomes hoarse from shouting/ in the enchanted nature
And in the heart that feels
The echo lasts for a long time
The desire hurts for a long time.
The love that has been fulfilled
The sweetness of living
The beauty of the world
Mark me so deeply
That turn into a sob
The outburst of my heart.
Ρόδου μοσκοβόλημα
Κ. Παλαμάς
Εφέτος άγρια μ’ έδειρεν η βαρυχειμωνιά
Που μ’ έπιασε χωρίς φωτιά
Και μ’ ηύρε χωρίς νιάτα
Κι ώρα την ώρα πρόσμενα να σωριαστώ βαριά
Στη χιονισμένη στράτα.
Μα χθες καθώς με θάρρεψε το γέλιο του Μαρτιού
Και τράβηξα να ξαναβρώ τα αρχαία τα μονοπάτια
Στο πρώτο μοσκοβόλημα ενός ρόδου μακρινού
Μου δάκρυσαν τα μάτια.
The Smell of a Rose
K. Palamas
This year I was fiercely beaten up
By the cold winter.
It caught me with no fire
And found me with no youth.
And time after time I was waiting
To collapse with a thud
In the white with snow street.
But yesterday as I got courage from
The laughing noise of March
And went out to seek the old
routes
At the first sweet smell of a distant
Rose
My eyes welled up.
Άρνηση
Γ. Σεφέρης
Στο περιγιάλι το κρυφό
κι άσπρο σαν περιστέρι
διψάσαμε το μεσημέρι·
μα το νερό γλυφό.
Πάνω στην άμμο την ξανθή
γράψαμε τ' όνομά της·
ωραία που φύσηξεν ο μπάτης
και σβύστηκε η γραφή.
Mε τι καρδιά, με τι πνοή,
τι πόθους και τι πάθος,
πήραμε τη ζωή μας· λάθος!
κι αλλάξαμε ζωή.
Denial
G. Seferis
On the secret seashore
white like a pigeon
we thirsted at noon;
but the water was brackish.
On the golden sand
we wrote her name;
but the sea-breeze blew
and the writing vanished.
With what spirit, what heart,
what desire and passion
we lived our life: a mistake!
So we changed our life.
[English translation by Edmund Keeley
and Phillip Sherrard]
Δε γυρεύω ξένο
Κ. Χατζόπουλος
Δε γυρεύω ξένο
Δε ρωτάω κρυφό
Δε γυρεύω χάρη
Κάτι μο’ χουν πάρει
Μέσα απ’ την ψυχή
Κάτι μο’ χουν πάρει
Μέσα απ’ την ψυχή
Κάτι μο’ χουν πάρει.
Και δεν ήταν ούτε ξωτικό
Και δεν ήταν χέρια
Κι ήταν ένα βράδυ
Που ‘παιζαν θολά
Κι ήταν ένα βράδυ
Που ‘παιζαν θολά
Στο γιαλό τ’ αστέρια.
Κι ήρθε ένας αγέρας
Κι ήρθε ένας βοριάς
Κι ήρθε ένα σκοτάδι
Ω αδερφή χαμένο
Κάποιο θησαυρό
Ω αδερφή χαμένο
Κάποιο θησαυρό
Που θρηνούμε ομάδι.
Μες στο κύμα ανοίγει
Δρόμο μυστικό
Δείχνει το φεγγάρι
Κάτι μο’ χουν πάρει
Μέσα απ’ την ψυχή
Κάτι μο’ χουν πάρει
Μέσα απ’ την ψυχή
Κάτι μο’ χουν πάρει.
I am not looking for something alien
L. K. Hantzopoulos
I am not looking for something alien
I am not asking about something hidden/ I am not asking for favours
They have taken something
From deep inside my soul
They have taken something
From deep inside my soul
They have taken something.
And it was not a fairy
And neither were hands
And it was a night
Where in the mist was trembling
And it was a night
Where in the mist was trembling
The light of the stars in the seashore.
And then came a blowing wind
From the North
And then came darkness
Oh my dear sister
A lost treasure
Oh my dear sister
A lost treasure
About which we grieve all together.
And through the waves
A secret path
The moon lights up
They have taken something
From deep inside my soul
They have taken something
From deep inside my soul
They have taken something.
Κι έφυγες και πας
Κ. Χατζόπουλος
Κι έφυγες και πας
Πας με το καλό
Και να σε καλώ
Πίσω μη γυρίσεις.
Ήσουνα για μένα
Μιας αυγής δροσιά
Ήμουνα για σένα
Συννεφιά σταχτιά.
Συννεφιά θολή
Ήρθες να τη σβήσεις
Κι έσβησες καλή
Πίσω μη γυρίσεις.
And now you are gone
K. Hantzopoulos
And now you are gone
I wish you farewell
And even if I call you
Don’t come back.
You were for me
Like the mist of the dawn
I was for you
Like a grey cloudy sky.
A dull overcast sky
Which you came to clear away
But you faded away instead my dear
Don’t come back.
Η Ζωή
Μανζέι
Με τι;
Να παρομοιάσω τη ζωή
Τη ζωή μας στον κόσμο τούτο
Με τι;
Με τη βαρκούλα που ‘φυγε χαράματα
Δίχως ν’ αφήνει αυλάκι πάνω στο νερό
Με τι; Με τι;
Life
Manzei
To what?
To what shall I compare life?
Our life in this world
To what?
To the little boat which left at dawn
Without leaving any trace on the water
To what? To what?
Στον Κήπο
Οτόμο Νο Γιακαμότσι
Μες στον κήπο μου
Τα γαρύφαλλα είναι ολάνθιστα.
Να ‘κοβα, αχ, ένα να το δείξω
Σε μιαν αγαπημένη.
In the garden
Otomo No Yakamotsi
Into my garden
The carnations are in full bloom.
How I would like to cut one and show it
to a beloved one.
Πάνω στα φύλλα
Ίζουμι Σικιμπού
Πάνω στα φύλλα του μπαμπού
Του μπαμπού
Κροταλίζει το χαλάζι που πέφτει
Τη νύχτα, νύχτα, νύχτα.
Δεν έχω διόλου το αίσθημα
Αίσθημα
Πως θα μπορούσα να πλαγιάσω
Μόνη, μόνη, μόνη.
On the leaves
Izumi Sikimbu
On the leaves of the bamboo
The bamboo
Rattles the falling hail
At night, at night, at night.
I don’t have at all the feeling
the feeling
that I would be able to lay
alone, alone, alone.
Ο Κλέφτης
Ρυοκάν
Ο κλέφτης, ο κλέφτης
Τα πήρε όλα, όλα, όλα
Εκτός απ’ το φεγγάρι
Στο παράθυρό μου.
The Thief
Ryokan
The thief, the thief
Took everything, everything, everything/
Except from the moon
In front of my window.
Δέδυκεν μεν α Σελάνα
Σαπφώ
Δέδυκε μεν α Σελάνα και Πληιάδες,
μέσαι δε νύκτες,
παρά δ’ έρχεται ώρα,
εγώ δε μόνα καθεύδω.
Έδυς’ η Πούλια τώρα
Και το φεγγάρι
Μα ψυχή μεσάνυχτα
Φεύγει η ώρα
Κι εγώ κοιμούμαι μοναχή.
The Moon has set
Sappho
The Pleiades have set now
And the Moon
No one is around, it is midnight
Time passes by
And I sleep alone.